Η Λυσός βρίσκεται  περίπου 36 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Πάφου. Εδαφικά είναι το μεγαλύτερο χωριό της επαρχίας Πάφου και ίσως ολόκληρης της Κύπρου , είναι κτισμένη σε μέσο υψόμετρο 560 μέτρων και συνορεύει στα ανατολικά με τα χωριά Κάμπος, Τσακίστρα βόρια με τα Φροδισια και το Λιβάδι ,Βορειοδυτικά με την Γαλιά ,Αργακα , Κινούσας και Πελαθούσα ,νοτιοδυτικά με την Στενή ,Περιστερώνα και Μελαδία, Νοτιά με την Μελάνδρα ,Ζαχαρία ,Κιο, Σαραμά , Αναδιου , Πάνω Παναγιά και εφάπτεται με το χωριό Κρίτου  Μαρόττου.

Το υψηλότερο σημείο του χωριού είναι ο Τρίπυλος (1,362 μέτρα) και βρίσκεται στο ανατολικότερο τμήμα του χωριού, στην περιοχή του Σταυρού της Ψώκας.

Το μεγαλύτερο μέρος της εδαφικής έκτασης του χωριού καλύπτεται από δάσος και άγρια βλάστηση. Είναι βιότοπος των αγρινών και διάφορων άλλων σπάνιων πτηνών. Στην περιοχή υπάρχουν αξιόλογα μονοπάτια της φύσης όπου ο επισκέπτης μπορεί να δει μοναδικά στο είδος τους φυτά, πτηνά και ερπετά.

Στον Σταυρό της Ψώκας εδρεύει το Δασονομείο και εκεί βρίσκεται και ένας καταπληκτικός κατασκηνωτικός χώρος. Παρόμοιος χώρος υπάρχει και στον Άγιο Μερκούριο που δεν υστερεί σε φυσική ομορφιά.

Στη  Λυσό καλλιεργούνται Συκές , κερασιές και αλλά  φρουτόδεντρα, ελιές, χαρουπιές, εσπεριδοειδή, όσπρια, σιτηρά και λίγα λαχανικά. Η μεγαλύτερη όμως έκταση του χωριού είναι ακαλλιέργητη και σε αυτή φυτρώνει άγρια φυσική βλάστηση όπως πεύκα, ξισταρκές, λατζιές κέδρα και άλλα. Το μεγαλύτερο τμήμα της διοικητικής έκτασης της Λυσού καταλαμβάνεται από το κρατικό δάσος της Πάφου.

Συγκοινωνιακά η Λυσός συνδέεται οδικά με την Πόλη Χρυσοχούς μέσω του δρόμου Μελαδία-Περιστερώνα-Στενή. Βορειοδυτικά συνδέεται με το χωριό Πελαθούσα και από εκεί με τη Πόλη Χρυσοχούς. Στα βορειοανατολικά συνδέεται με τον Σταυρό της Ψώκας, το Μοναστήρι του Κύκκου και από εκεί με τα ορεινά θέρετρα του Τροόδους.

Το όνομα Λυσός έχει αρχαία προέλευση και σχετίζεται με αρχαίους ελληνικούς οικισμούς της Μικράς Ασίας, που έποικοι μετέφεραν στην Κύπρο αρχαίες ονομασίες. Λισός ή Λίσσος ονομαζόταν και αρχαία πόλη στη Κρήτη. Υπάρχει και μια άλλη εκδοχή που δεν αποκλείεται να είναι αληθινή και αναφέρει ότι το όνομα Λυσός προέρχεται από το ρήμα λύω (λιώνω), επειδή η Λυσός λόγω του άφθονου νερού που είχε παλαιότερα, αλλά και του χαλκοφόρου στρώματος που βρίσκεται στη περιοχή της δυτικής πλευράς του Τροόδους, να χρησιμοποιήθηκε ως εργοστασιακός χώρος λιωσίματος μετάλλων.

Το ότι κατοικήθηκε το χωριό από τους αρχαίους Έλληνες δεν υπάρχει καμιά αμφισβήτηση. Τα γεωμετρικά αγγεία, οι λαξευμένοι τάφοι στον βράχο και άλλα ευρήματα που βρέθηκαν σε αρχαιολογικούς χώρους της περιοχής το μαρτυρούν περίτρανα. Η Λυσός στο διάβα των αιώνων διατήρησε αναλλοίωτη την εθνική και ελληνική της ταυτότητα χωρίς να επιτρέψει την αλλοίωση του εθνικού της χαρακτήρα. Η πιστότητα των διαφόρων τοπωνυμίων επιβεβαιώνεται και από τις παραδόσεις, όπως η παρουσία του Μεσαιωνικού Διγενή, με την πατιά του Διγενή την  Πέτρα της Χαρτζιής κ.λπ.

Στους εθνικούς αγώνες η παρουσία της Λυσού ήταν ιδιαίτερα ενεργός. Πρώτη από όλες τις κοινότητες της επαρχίας Πάφου άρχισε να οργανώνει ομάδες ανταρτών από την γύρω περιοχή. Κατά την διάρκεια του αγώνα αρκετοί κάτοικοι του χωριού ήταν πολιτικοί κρατούμενοι στα κρατητήρια Κοκκινοτριμιθιάς και Πύλας. Στον απελευθερωτικό αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α. υπήρξαν καταφύγια και ορμητήρια των ανταρτών της οργάνωσης. Στη Λυσό έδρασε και συνελήφθη ο ήρωας μαθητής – ποιητής Ευαγόρας Παλληκαρίδης. Οι περιοχές που έδρασαν οι αντάρτες είναι γνωστές σαν τα λημέρια της Ε.Ο.Κ.Α. και βρίσκονται σε απόσταση 3 χιλιομέτρων από το χωριό προς τον Σταυρό της Ψώκας.
Οι τοπικές αρχές σε συνεργασία με το Συμβούλιο Ιστορικής Μνήμης Αγώνα Ε.Ο.Κ.Α. (ΣΙΜΑΕ) αναστήλωσαν το κρησφύγετο στην περιοχή «Προσευχή» μέσα στο οποίο διέμενε με άλλους αγωνιστές ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης. Στην περιοχή του χωριού υπάρχουν και άλλα κρησφύγετα τα οποία περιμένουν την σειρά τους για αναστήλωση και διατήρηση της ιστορίας τους.

Στη Λυσό ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει το μοναδικό φυσικό περιβάλλον στην περιοχή του Σταυρού της Ψώκας, τη Βυζαντινή Εκκλησία του χωριού που διαθέτει μια παμπάλαια Βυζαντινή τοιχογραφία στο τυφλό παράθυρο του Ιερού, τις τοιχογραφίες στο εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου την εκκλησία του Αγίου Ραφαήλ Νικολάου και Ειρήνης του Αγίου Κωνσταντίνου ,του Αρχαγγέλου Μιχαήλ ,του Προφήτη Ηλία ,του Άγιου Νικολάου ,του Αγίου Χαραλάμπους ,του Αγίου Μερκουρίου, Αγίας Μαρίνας ,Αγίου Μαύρου ,Άγιοι Σαράντα (ερειπωμένο σήμερα)  καθώς και άλλα πολλά αξιοθέατα.

Το χωριό είναι επίσης γνωστό σε τοπικό επίπεδο για το μοναδικό, παραδοσιακό έδεσμα της «Μαξίλλες» – είναι είδος ξερού σύκου που καταναλώνεται ως γλυκαντική ουσία, ή τρώγεται σε συνδυασμό με αμύγδαλα ή καρύδια.